Tσέρνoμπιλ: 25η Απριλίου 1986

 
Τα μεσάνυχτα της 25ης Απριλίου 1986, τεχνικοί του πυρηνικού σταθμού «Βλαντίμιρ Ίλιτς Λένιν», στο Τσερνόμπιλ της Ουκρανίας, αποπειράθηκαν να κάνουν ένα πείραμα για να ελέγξουν τα συστήματα ασφαλείας.
Στη 1.20 το πρωί της 26ης Απριλίου αλυσιδωτή αντίδραση στον αντιδραστήρα της τέταρτης μονάδας προκάλεσε διαδοχικές εκρήξεις, οι οποίες τίναξαν στον αέρα το κάλυμμα του αντιδραστήρα. Τεράστιες ποσότητες ραδιενεργού υλικού εκλύθηκαν στην ατμόσφαιρα.
Το ραδιενεργό νέφος κινήθηκε δυτικά και σε δυο μέρες έφτασε στη Γερμανία, τη Σουηδία και την Πολωνία, ενώ 4 μέρες αργότερα βρισκόταν στη Γαλλία και τη Βρετανία, φέρνοντας ραδιενεργό βροχή. Έδαφος, νερό, τρόφιμα, φυτά και ζώα μολύνθηκαν.
Λίγες μέρες αργότερα ένα τρίτο σύννεφο μετέφερε τη ραδιενέργεια στα Βαλκάνια και τη Βόρειο Ελλάδα. Στη χώρα μας έκπληκτοι οι πολίτες, μόλις στις 29 Απριλίου, παρακολουθούσαν από τα - δύο εκείνη την εποχή - κανάλια της τηλεόρασης την είδηση για το πυρηνικό ατύχημα.
Ήταν Μεγάλη Τετάρτη και ετοιμάζονταν για τον εορτασμό του Πάσχα. Οι εβδομάδες που ακολούθησαν ήταν εφιαλτικές. Κάποιοι κατηγορούσαν τον «Δημόκριτο» για ολιγωρία αφού «άφησε τους καταναλωτές να αγοράζουν λαχανικά για το Πάσχα παρά το γεγονός ότι μπορεί να είχαν προσβληθεί από ραδιενέργεια». Αρκετοί σταμάτησαν να τρώνε λαχανικά, ενώ η υστερία είχε φτάσει σε τέτοιο σημείο που κάτοικοι της Βόρειας Ελλάδας μετανάστευσαν προσωρινά στην Αθήνα.
Το ραδιενεργό καίσιο - από το οποίο μολύνθηκε κυρίως η ελληνική επικράτεια, αμέσως μετά το δυστύχημα του Τσερνόμπιλ - έχει διάρκεια ζωής τα 35 έτη. Έχουν περάσει μόλις τα 26...Οι τιμές του σε πολλές περιοχές της Θεσσαλίας ξεπερνούν ακόμη και κατά 13 φορές τα επιτρεπτά όρια.
Σημειώνεται ότι άλλοι επιστήμονες μιλούν για διάρκεια ζωής του καισίου πάνω από 80 χρόνια. Το καίσιο είναι εξαιρετικά επικίνδυνο ραδιενεργό στοιχείο. Προσλαμβάνεται μέσω της τροφής - τόσο από λαχανικά όσο και από κρέατα ζώων που κατανάλωσαν ραδιενεργά χόρτα.
Όπως λένε οι επιστήμονες, τα φαινόμενα της επίδρασης της ακτινοβολίας μικρών δόσεων καισίου στον άνθρωπο χαρακτηρίζονται «στοχαστικά». Δηλαδή οι «χαμηλές» δόσεις δεν έχουν άμεσα διακριτές επιπτώσεις και αυτό ακριβώς είναι ένα από τα ύπουλα χαρακτηριστικά στοιχεία του.
Όσο οι απορροφώμενες ραδιενεργές δόσεις μικραίνουν τόσο η ασάφεια για τις επιπτώσεις τους μεγαλώνει - και αντίστροφα. Πάντως το καίσιο μπορεί να προκαλέσει καρκίνο στο γαστρεντερικό σύστημα, ο οποίος μπορεί να εκδηλωθεί ακόμα και 30 χρόνια μετά την έκθεση του ανθρώπου στη ραδιενέργεια.
H «σκιά» του δυστυχήματος στο Τσερνόμπιλ πέφτει ακόμα – εικοσιέξι χρόνια μετά - πάνω από την Ελλάδα όπως δείχνουν οι μετρήσεις των επιστημόνων. Τα ραδιενεργά στοιχεία - και ιδιαίτερα του καισίου - στο έδαφος, στα υπόγεια νερά, στο χώμα, στα φυτά, στα ζώα παραμένουν, σε ορισμένες περιοχές της χώρας, στα ίδια επίπεδα με εκείνα του 1986.
Από το Καρπενήσι έως την Καρδίτσα, την Κατερίνη, το Κιλκίς και από τη Θεσσαλονίκη έως τη Χαλκιδική και τη Φλώρινα οι συγκεντρώσεις του - ραδιενεργού - καισίου φτάνουν ακόμα τα 65 Κιλομπεκερέλ ανά τετραγωνικό μέτρο εδάφους, όταν το όριο επικινδυνότητας, σύμφωνα με τους επιστήμονες, δεν ξεπερνά τα 5 Κιλομπεκερέλ.
Βεβαίως, ακόμα και σε τέτοια επίπεδα, οι τιμές αυτές δεν συγκρίνονται με τις αντίστοιχες που καταγράφηκαν τα προηγούμενα χρόνια στη Βόρεια Ρωσία και τη Βόρεια Ευρώπη. Το 1986, λίγες ημέρες ύστερα από το πυρηνικό δυστύχημα στο Τσερνόμπιλ, οι επιστήμονες είχαν μετρήσει και στη χώρα μας υψηλές συγκεντρώσεις αντιμονίου, ζιρκονίου, δημητρίου και μαγγανίου - πρόκειται για πολύ επικίνδυνα στοιχεία. Ωστόσο, στις μετρήσεις που έγιναν το '96, η Ελλάδα βρέθηκε σχεδόν «καθαρή» σε όλα - με την εξαίρεση του καισίου...
Οι μεγαλύτερες ποσότητες καισίου εντοπίζονται στη Δυτική Μακεδονία και τη Βόρεια Θεσσαλία ενώ «λευκές» είναι οι Κυκλάδες, η Κρήτη, η Αττική και το μεγαλύτερο τμήμα της Πελοποννήσου. Υψηλές συγκεντρώσεις ραδιενεργών στοιχείων εντοπίστηκαν και στη θάλασσα. Οι πλέον πρόσφατες μετρήσεις έδειξαν ότι στα νερά των Δαρδανελλίων η συγκέντρωση καισίου είναι 6 φορές υψηλότερη από αυτήν του Αιγαίου, η οποία με τη σειρά της είναι 7 φορές υψηλότερη από αυτή του Ιονίου Πελάγους.
Οι μετρήσεις
H ερευνητική ομάδα που τον επιμελήθηκε, με επικεφαλής τον καθηγητή κ. Σίμο Σιμόπουλο, διευθυντή του τομέα Πυρηνικής Τεχνολογίας του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, εδώ και είκοσι χρόνια ασχολείται συνεχώς με τις επιπτώσεις του Τσερνόμπιλ στην Ελλάδα. «Λίγες μόνο εβδομάδες μετά το δυστύχημα, ένα απόγευμα, πήρα μόνος μου το αυτοκίνητο και γύρισα όλη την Ελλάδα», θυμάται ο ίδιος. «Ανά 10 χιλιόμετρα σταματούσα. Έσκαβα λίγο και μάζευα χώμα. Το Τμήμα μας στο Πολυτεχνείο, είναι το μοναδικό στην Ευρώπη που διαθέτει τόσο μεγάλο αριθμό δειγμάτων από χώματα. Μετρήσαμε τη ραδιενέργεια σε όλο το μήκος και το πλάτος της ελληνικής επικράτειας. Συνολικά 1.246 δείγματα εδάφους από εκείνη την εποχή εξακολουθούν μέχρι σήμερα να βρίσκονται ταξινομημένα στο υπόγειο του εργαστηρίου του Τομέα Πυρηνικής Τεχνολογίας». Οι ερευνητές συνέκριναν τις αρχικές καταγραφές με νεώτερες - έως και σήμερα άλλωστε γίνονται συνεχώς μετρήσεις. Το συμπέρασμα είναι ότι ελάχιστα έχει αλλάξει η κατάσταση τα τελευταία 20 χρόνια.
Άλλα 15 χρόνια αγωνίας
«Κανείς δεν γνωρίζει για πόσα χρόνια ακόμα θα μας βασανίζει η ραδιενέργεια. Δεν έχουμε εμπειρία. Τώρα την μαθαίνουμε. Ένα από τα άγνωστα σε μας στοιχεία είναι η χρονική διάρκεια των επιπτώσεων», λέει ο κ. Σιμόπουλος. «Τα ραδιενεργά κατάλοιπα έχουν συγκεκριμένο χρόνο ζωής», αναφέρει από τη δική του πλευρά ο αντιπρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Φυσικών κ. Στέφανος Τσιτομενέας. «Το ραδιενεργό καίσιο - από το οποίο μολύνθηκε κυρίως η ελληνική επικράτεια, αμέσως μετά το δυστύχημα του Τσερνόμπιλ - έχει διάρκεια ζωής τα 35 έτη. Έχουν περάσει μόλις τα 25...». Σημειώνεται ότι άλλοι επιστήμονες μιλούν για διάρκεια ζωής του καισίου πάνω από 80 χρόνια. Επικίνδυνο και ύπουλο το καίσιο Το καίσιο είναι εξαιρετικά επικίνδυνο ραδιενεργό στοιχείο. Προσλαμβάνεται μέσω της τροφής - τόσο από λαχανικά όσο και από κρέατα ζώων που κατανάλωσαν ραδιενεργά χόρτα. Όπως λένε οι επιστήμονες, τα φαινόμενα της επίδρασης της ακτινοβολίας μικρών δόσεων καισίου στον άνθρωπο χαρακτηρίζονται «στοχαστικά». Δηλαδή οι «χαμηλές» δόσεις δεν έχουν άμεσα διακριτές επιπτώσεις και αυτό ακριβώς είναι ένα από τα ύπουλα χαρακτηριστικά στοιχεία του. Όσο οι απορροφώμενες ραδιενεργές δόσεις μικραίνουν τόσο η ασάφεια για τις επιπτώσεις τους μεγαλώνει - και αντίστροφα. Πάντως το καίσιο μπορεί να προκαλέσει καρκίνο στο γαστρεντερικό σύστημα, ο οποίος μπορεί να εκδηλωθεί ακόμα και 30 χρόνια μετά την έκθεση του ανθρώπου στη ραδιενέργεια.thessalianews.gr

Σχόλια